Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2007

Η Παλινόρθωση του Μέίτζι - 1

Στην Ιαπωνία έγινε μια επανάσταση στα 1867 - 1868. Ανατράπηκε το σογκουνάτο - στην πραγματικότητα κατέρρευσε - κι ο έλεγχος του κράτους επέστρεψε στον αυτοκράτορα, στο Κιότο. Το 1868, ο πρίγκιπας Ματσουχίτο έγινε ο 122ος αυτοκράτορας και πήρε την ονομασία Μέϊτζι, που σημαίνει φωτισμένη εξουσία/διακυβέρνηση, η δε εθνική επανάσταση που του έδωσε την εξουσία ονομάστηκε Παλινόρθωση του Μέϊτζι. Έτσι τερματίσθηκε μια περίοδος διακοσίων πενήντα χρόνων κατά την διάρκεια των οποίων διοικούσαν οι Τοκουγκάβα. Οι Ιάπωνες όμως δεν αποκαλούν αυτή την ανατροπή επανάσταση αλλά παλινόρθωση, διότι προτιμούν να τη βλέπουν ως επιστροφή στην ομαλότητα. Επίσης, οι επαναστάσεις ταιριάζουν στην Κίνα. Οι Κινέζοι έχουν δυναστείες. Η Ιαπωνία έχει μια βασιλική οικογένεια, που άρχει από τότε που υπάρχει κεντρική εξουσία.
Ήταν κατά τη δεκαετία του 1180
που η Ιαπωνία απέκτησε κυβερνήτη, όχι έναν αυτοκράτορα αλλά έναν πολεμιστή ηγέτη που τον αποκαλούσαν σογκούν ( στην κυριολεξία στρατηγό ). Με κάποια μεσοδιαστήματα και μεσοβασιλείες, η αρχή του ισχυρότερου κατέστη το φυσιολογικό πρότυπο. Το αδύνατο σημείο της κληρονομικής βασιλείας είναι πως, παρά τη βοήθεια των θεϊκών προγόνων, μια δυναστεία είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρήσει έπ' άπειρον την ικανότητά της να άρχει. Αιτίες ; Αδύναμα γονίδια, ατυχείς γάμοι ή οτιδήποτε άλλο. Ισχυροί άντρες, επόπτες των ανακτόρων, θ' ανέλθουν στην εξουσία κι αργά ή γρήγορα θα εκδιώξουν την νόμιμη μοναρχία.
Έτσι γινόταν στη μεσαιωνική Γαλλία, όπου η Καρολίγγεια δυναστεία εκτοπίστηκε από τη Μεροβίγγεια που με τη σειρά της τέθηκε στο περιθώριο από τους σφετεριστές Καπετίδες. Στην Ιαπωνία, η λύση δεν δόθηκε με την εκθρόνιση κι εξαφάνιση της δυναστείας, αλλά με την απομόνωσή της. Ο αυτοκράτορας, η οικογένειά του και η Αυλή του - υπό το σογκουνάτο των Τοκουγκάβα - περιορίστηκαν στα ανάκτορα και στους ναούς του Κιότο. Εκεί, ο μικάδος έγραφε ποιήματα, εκτελούσε συμβολικές θρησκευτικές πράξεις - όπως η φύτευση του πρώτου ρυζιού - και είχε αφεθεί στις διασκεδάσεις και τις ιερουργίες.
Εντούτοις, η ύπαρξη ενός αυτοκράτορα - ενός νόμιμου κυβερνήτη, συνεπώς ανώτερου από τον πραγματικό - έδωσε τη δυνατότητα στους εχθρούς του σογκουνάτου των Τοκουγκάβα ν' αναζητήσουν μια έντιμη εναλλακτική λύση. Σε μια κοινωνία που τίποτα δεν άξιζε περισσότερο από την προσωπική αφοσίωση, οι δυσαρεστημένες ελίτ μπορούσαν να θέσουν την υψηλότερη εξουσία - τον αυτοκράτορα και το έθνος - πάνω από τον κύριό τους και τον σογκούν που ήταν πάνω από αυτόν, χωρίς να πάψουν νάναι νομιμόφρονες. Μπορούσαν να κάνουν επανάσταση χωρίς να είναι επαναστάτες.

Σαμουράϊ του Χαν * Σατσούμα το 1867 ( περίπου )

Εν τω μεταξύ, τα σύμβολα της εθνικής ενότητας ήταν ήδη στη θέση τους. Τα ιδεώδη και τα πάθη της εθνικής υπερηφάνειας ήταν ήδη προσδιορισμένα. Έτσι αποφεύχθηκε η μεγάλη αναταραχή. Οι επαναστάσεις, όπως οι εμφύλιοι πόλεμοι, μπορεί να καταστρέψουν την τάξη και την εθνική αποτελεσματικότητα. Η παλινόρθωση του Μέϊτζι είχε τις διχογνωμίες και τους αντιφρονούντες της, που συχνά εκφραζόταν βίαια. Τα τελευταία χρόνια της παλιάς τάξης και τα πρώτα της καινούργιας βάφτηκαν από το αίμα των δολοφονιών, των αγροτικών εξεγέρσεων, του ξεσηκώματος των αντιδρώντων. Παρ' όλα' αυτά, η μετάβαση στην Ιαπωνία ήταν πολύ πιο ομαλή από ότι οι αντίστοιχες μεταβατικές καταστάσεις μετά από πολιτικές ανατροπές στη Γαλλία και τη Ρωσία, για δύο λόγους. Το νέο καθεστώς διέθετε υψηλή ηθική αιτιολόγηση. Κι όσοι ήταν δυσαρεστημένοι κι είχαν θιγεί φοβούνταν να προσφύγουν και να δώσουν ευκαιρίες παρέμβασης στον εξωτερικό εχθρό. Οι ξένοι ιμπεριαλιστές καραδοκούσαν για να επιτεθούν και οι εσωτερικές διαιρέσεις θα αποτελούσαν πρόσκληση για επέμβαση. Αναλογιστείτε την ιστορία του ιμπεριαλισμού αλλού : Οι αντιμαχόμενοι κι ανταγωνιζόμενοι τοπικοί ηγεμόνες είχαν προσκαλέσει τις ευρωπαϊκές δυνάμεις να εισβάλουν στην Ινδία.
Το σογκουνάτο των Τοκουγκάβα είχε ήδη καταρρεύσει πριν από τα μέσα του 19ου αιώνα. Οι παλιοί κανόνες που ρύθμιζαν τη θέση και την ιεραρχία είχαν γίνει αντικείμενο χλευασμού. Ενδεείς σαμουράι νυμφεύονταν κληρονόμους εμπόρων. Πλούσιοι χωρικοί γινόταν τοπικοί προύχοντες, το ισοδύναμο των ευγενών της υπαίθρου. Η υπακοή διαλύθηκε. Τα πλουσιότερα χαν ( το Χονσού στα δυτικά και το Κιούσου στο νότο ) ασκούσαν τη δική τους εξωτερική πολιτική, θεωρώντας ότι μπορούσαν να αναπτύξουν δοσοληψίες με κείνους τους ανεκδιήγητους, απομονωμένους βάρβαρους καλύτερα από όσο μπορούσε να κάνει το σογκουνάτο. Μισθώνοντας ξένους τεχνικούς και συμβούλους, αγόρασαν όπλα από το εξωτερικό, δημιούργησαν οπλοστάσια και ναυπηγεία. Μερικά από τα χαν καλούσαν χωρικούς να θητεύσουν στο στρατό κι έτσι ακόμη και το μπακούφου* άρχισε να τα μιμείται. Σε μια χώρα όπου η απαγορευόταν να φέρουν όπλα οι χωρικοί και οι σαμουράι τη διαφέντευαν με το σπαθί, ως ανώτεροι των κοινών ανθρώπων, η εξέλιξη αυτή προκάλεσε ένα μεγάλο ρήγμα στη δημόσια τάξη και την κοινωνική ευπρέπεια με απροσμέτρητες συνέπειες. Αλλά ποιος θα έπαιρνε τα όπλα στην περίπτωση πολέμου ; Οι σαμουράι απεχθανόταν να μάχονται με πυροβόλα που τα θεωρούσαν προσβλητικά κι υποτιμητικά.
Υπ' αυτές τις περιστάσεις ο ένας αναποτελεσματικός σογκούν διαδεχόταν πολύ τον άλλο, με αποτέλεσμα να υποδαυλίζονται οι ίντριγκες για την διαδοχή, να πολλαπλασιάζονται οι σκευωρίες, ν' απευθύνονται ανατρεπτικές εκκλήσεις προς το Κιότο. Και πάλι, ξανά και ξανά, η πίεση εκ των έξω έφερνε σε δύσκολη θέση το καθεστώς. Σε μια κοινωνία που ποτέ δεν είχε αποδεχτεί τον ξένο, η ίδια η παρουσία των Δυτικών προκαλούσε αναταραχή. Περισσότερες από μία φορά, Ιάπωνες νταήδες προκάλεσαν κι επιτέθηκαν σ' αυτούς τους αναιδείς ξένους, για να τους δείξουν ποιος ήταν το αφεντικό. Ποιος ήταν το αφεντικό ; Βεβαίως δεν ήταν το σογκουνάτο. Αντιμετωπίζοντας τις δυτικές απαιτήσεις για επιβολή τιμωρίας και γι' αποζημιώσεις, οι Ιαπωνικές Αρχές το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να χρονοτριβούν και, με τις λογοκοπίες τους, να χάνουν την αξιοπιστία τους τόσο στα μάτια των ξένων όσο και των πατριωτών.

Η Ιαπωνία κι η Κορέα το 1850 ( περίπου)
Το τέλος των Τοκουγκάβα κι η αρχή του Μέϊτζι
Τα Ιαπωνικά νησιά αποτελούσαν ένα μικρό κόσμο εμπορίου κι ανταγωνιζόμενων αστικών κέντρων, ημιαυτόνομων επαρχιών και μακρινών νησιών που εντούτοις βρίσκονταν πίσω από τείχη απομόνωσης.
David S. Landes, " Ο πλούτος κι η φτώχεια των εθνών "
Λιβάνης 2005
Αλλά τι μπορούσε να γίνει ; Οι ξένες δυνάμεις ήξεραν πως ήταν ισχυρότερες και συνεπώς δεν θα υποχωρούσαν με τη βία. Τον Σεπτέμβριο του 1862, μια ομάδα πολεμιστών του Σατσούμα επιτέθηκε σκόπιμα εναντίον κάποιων Άγγλων εμπόρων και μιας Ευρωπαίας γυναίκας. Κι όταν το μπακούφου αποδείχτηκε απρόθυμο και ανίκανο να αναγκάσει το Σατσούμα να προβεί σε επανόρθωση, οι Βρετανοί έστειλαν ένα στόλο, τον Αύγουστο του 1863, για να κανονιοβολήσει την οχυρωμένη πόλη Καγκοσίμα. Το μάθημα είχε αποτέλεσμα. Το Σατσούμα, αντιμέτωπο με την πραγματικότητα, προσφέρθηκε να δημιουργήσει άμεσες εμπορικές και διπλωματικές σχέσεις με τη Μεγάλη Βρετανία, πλήττοντας άμεσα το παραδοσιακό μονοπώλιο του σογκουνάτου στις εξωτερικές υποθέσεις.
Το ίδιο συνέβη με το Τσόσου. Στις 25 Ιουνίου 1863, την ημέρα που είχε καθιερωθεί από την αυτοκρατορική αυλή του Κιότο ως επέτειος της εκδίωξης των βαρβάρων, ανυπόμονοι πατριώτες του Τσόσου έβαλαν φωτιά σ' ένα αμερικάνικο πλοίο που διέπλεε τα Στενά του Σιμονοσέκι. Επί ένα έτος, διεξάγονταν διαπραγματεύσεις για να καταλήξουν σε αδιέξοδο. Και στη συνέχεια, τον Σεπτέμβριο του 1864, ένας στόλος από 17 βρετανικά, αμερικανικά, γαλλικά και ολλανδικά πολεμικά σκάφη με 305 κανόνια κατέπλευσαν στο λιμάνι του Σιμονοσέκι και κατέστρεψαν όλα τα οχυρά. Το Τσόσου κατελήφθη και όπως το Σατσούμα ζήτησε άμεσες και φιλικές σχέσεις με τους Δυτικούς. Το Τσόσου και το Σατσούμα, που παραδοσιακά ανταγωνιζόταν, τώρα ένωσαν τις δυνάμεις τους για να απαλλαγούν από το μπακούφου.
Το μπακούφου μοιραία έχασε την αξιοπιστία του λόγω της αδυναμίας του και της ακαταλληλότητάς του. Από τη στιγμή που υπέγραψε συνθήκες με τον Τάουνσεντ Χάρις για τις ΗΠΑ, το 1854 ) και στη συνέχεια με τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις ( 1858 ), η κυβέρνηση έχασε την τιμή και την νομιμοποίησή της. Η ιαπωνική τιμή δεν είναι σαν την δυτική τιμή. Οι κώδικες ήταν διαφορετικοί. Ο λόγος του ενός ήταν η υπεκφυγή του άλλου. Το να ελίσσεται ήταν η δύναμη του μπακούφου. Μπορεί να έστελνε υφιστάμενους για να διαπραγματεύονται, οι οποίοι στη συνέχεια επικαλούνταν την ανάγκη της εκ των άνω έγκρισης. Μπορεί να υπέγραφε και μετά να υποστήριζε πως η συμφωνία δεν είχε λάβει την επικύρωση του αυτοκράτορα. Εν ολίγοις, η κυβέρνηση έδινε τον λόγο της ενώ τον αρνιόταν. Έλεγε ναι εννοώντας όχι. Τίποτα δεν μπορούσε να δηλητηριάσει περισσότερο τη διαμάχη. Το σογκουνάτο θα ήταν καλύτερα να είχε υποκύψει στην υπέρτερη δύναμη και να πει εν πολλοίς : Εσείς, Δυτικοί, έχετε τα όπλα. Εντάξει, κάποια μέρα θα τάχουμε κι εμείς.
Οι αβάσιμες αξιώσεις των ξένων ήταν ο πυρήνας του θέματος. Το ουσιαστικό σύνθημα ήταν σεβασμός στον αυτοκράτορα. Εκδίωξη των βαρβάρων. Οι ηγέτες της κίνησης για αλλαγή ήταν οι εκπρόσωποι των μεγάλων φέουδων του μακρινού νότου και της δύσης, των Σατσούμα και Τσόσου, κάποτε εχθροί και τώρα ενωμένοι εναντίον του σογκουνάτου. Νίκησαν κι έχασαν. Αυτό ήταν άλλο ένα παράδοξο αυτής της επανάστασης - παλινόρθωσης. Οι ηγέτες νόμισαν ότι μπορούσαν να επιστρέψουν στον παλιό καιρό. Στην πραγματικότητα, βρέθηκαν παγιδευμένοι στο αύριο, σ' ένα κύμα εκσυγχρονισμού, διότι αυτός ήταν ο μοναδικός τρόπος να νικήσουν τους βαρβάρους.

Το Μαυσωλείο του σογκούν Τοκουγκάβα Ιεγιάσου
Τα μνημεία της UNESCO , Τ. 29, Δομή 1999.
Κι έτσι την εξουσία ανέλαβαν πλέον οι αληθινοί επαναστάτες : Οι ρανγκακούσα, οι τεχνικοί, οι γραφειοκράτες που είχαν το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Το έτος 1868, άρχισε με το άνοιγμα των περισσότερων μεγάλων λιμανιών στο εξωτερικό εμπόριο. Στις 6 Απριλίου, ο νέος αυτοκράτορας έδωσε έναν " Καταστατικό Όρκο " που υποσχόταν αντιπροσωπευτικούς θεσμούς και τη δημιουργία μιας νέας δημοκρατικής κοινωνίας πολιτών. ( Αποδείχτηκε ότι ήταν πιο εύκολο να ειπωθεί παρά να πραγματοποιηθεί κι αυτή η χειρονομία απευθυνόταν περισσότερο προς τους ξένους παρατηρητές παρά προς τον Ιαπωνικό λαό ).
Εκείνο που είχε μεγαλύτερη σημασία ήταν ο μετασχηματισμός της κεντρικής κυβέρνησης : η κατάργηση των φεουδαρχικών θεσμών, η μετατροπή των φέουδων ( των χαν ) σε νομούς, διοικούμενους από ανθρώπους που διόριζε η κυβέρνηση, η κυβερνητική ιδιοποίηση των εσόδων που άλλοτε δίδονταν στην παλιά ελίτ των πολεμιστών. Και σ' αυτή τη περίπτωση, το Σατσούμα και το Τσόσου παρέχουν ένα παράδειγμα :
Τον Μάρτιο του 1869, οι νταϊμιό * των δύο χαν προσέφεραν τις γαίες τους στον αυτοκράτορα, δηλαδή στο έθνος. Στη συνέχεια κι άλλοι νταϊμιό ευθυγραμμίστηκαν, διότι αυτό ήταν το πρέπον και το νομιμόφρον. ( Αυτή η στάση θυμίζει την εκούσια παράδοση των φεουδαρχικών οφειλών από τους Γάλλους ευγενείς τη μοιραία νύχτα της 4ης Αυγούστου του 1789 ). Κι οι Ιάπωνες χωρικοί δεν πλήρωναν πλέον οφειλές στους νταϊμιό τους. Πλήρωναν φόρους στην αυτοκρατορική κυβέρνηση.
* χαν : φέουδο
* μπακούφου : η κυβέρνηση του Τοκουγκάβα, σογκουνάτο
* νταϊμιό : ηγεμόνας

Πηγή στοιχείων : David S. Landes, Καθηγητής ιστορίας κι οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, " Ο πλούτος κι η φτώχεια των εθνών ", Λιβάνης 2005 , " Τα μνημεία της UNESCO ", Τ. 29, Δομή 1999 κι η ιστοσελίδα που ήδη αναφέρθηκε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: